Η πρόσφατη ομιλία της κας Μέϊ αποκτά εξαιρετικό ενδιαφέρον για την αγορά της Ευρώπης λόγω της αυξημένης προσέλευσης των φοιτητών στη Βρετανία. Ραγδαίες αναμένονται να είναι οι εξελίξεις μετά τα νέα δεδομένα που θέλει να επιβάλλει η Πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας στην προσπάθειά της για αλλαγή της ατζέντας σε ένα φλέγον θέμα που έχει σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία της χώρας της.
Κατά την ομιλία της στο Derby το απόγευμα της Δευτέρας (19/2/2018), η κα Μέι μας αιφνιδίασε επισημαίνοντας ότι «το υφιστάμενο σύστημα ορισμού του ύψους των διδάκτρων από τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα δείχνει ότι έχει αποτύχει να δημιουργήσει την ανταγωνιστική αγορά που επεδίωκε το συγκεκριμένο μέτρο».
Παραδέχθηκε δημόσια ότι οι φοιτητές στη Βρετανία είναι όντως αντιμέτωποι με τα «πλέον ακριβότερα συστήματα πανεπιστημιακών διδάκτρων παγκοσμίως, πλην ελάχιστων Πανεπιστημίων όλα χρεώνουν τα υψηλότερα δίδακτρα για προπτυχιακά προγράμματα σπουδών» και συνεχίζοντας προσθέτει ότι αυτό που πραγματικά ισχύει σήμερα είναι, «Τα τριετούς διάρκειας προγράμματα εξακολουθούν να είναι ο κανόνας, και το επίπεδο των διδάκτρων που χρεώνονται δε συνάδει με το κόστος ή την ποιότητα του προγράμματος. Η ανταγωνιστική αγορά μεταξύ πανεπιστημίων την οποία το σύστημα των κυμαινόμενων διδάκτρων οραματιζόταν απλά δεν αναδείχθηκε».
Η ίδια πιστεύει και δηλώνει ότι «οι φοιτητές οι οποίοι επωφελούνται απευθείας απο την τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει να πληρώνουν απευθείας το κόστος αυτό στα ιδρύματα». Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, τη δεδομένη στιγμή επικρατεί μεγάλη αναστάτωση και σύγχυση τόσο στούς φοιτητές όσο και στους γονείς τους για για το κόστος των διδάκτρων. Απαντώντας στις υποσχέσεις των Εργατικών απέκλεισε το ενδεχόμενο πλήρους κατάργησης των διδάκτρων και προειδοποίησε ότι «κάτι τέτοιο το μόνο που θα αποφέρει είναι να επιβαρύνει περισσότερο τους φορολογούμενους και να μειώσει τον αριθμό των εισακτέων στα πανεπιστήμια».
Συνεχίζοντας τη βαρυσήμαντη ομιλία της κατέληξε ότι «την επανεξέταση του συστήματος διδάκτρων θα αναλάβει μία ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών, που μεταξύ άλλων καλείται να αποφασίσει κατά πόσο θα πρέπει να υιοθετηθούν εκ νέου τα επιδόματα συντήρησης που παρέχονταν στους φτωχότερους φοιτητές για να καλύψουν το κόστος διαβίωσης, πριν καταργηθούν από την κυβέρνηση των Συντηρητικών. Η κατάργηση αυτών των επιδομάτων σε συνδυασμό με την αύξηση του ανώτατου ορίου διδάκτρων στις 9.250 λίρες ανά έτος σπουδών από 3.000, που ήταν το όριο όταν υιοθετήθηκε το σύστημα αποτελούν βασική αιτία αντιδράσεων, τόσο από την πλευρά της φοιτητικής κοινότητας, όσο και από την αντιπολίτευση».
Η ειδική επιτροπή καλείται να υποβάλλει τις προτάσεις της το αργότερο στις αρχές του 1919, και να αποτιμήσει το ύψους του επιτοκίου που χρεώνεται για την αποπληρωμή των φοιτητικών δανείων, το οποίο βρίσκεται στο 6,1%, ποσοστό υπερβολικά υψηλό και από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Επιπρόσθετα θα αναζητήσει τρόπους βελτίωσης της παροχής πληροφοριών στους φοιτητές που θέλουν να εισαχθούν στο πανεπιστήμιο επιλογής τους, αναφορικά με την προοπτική μελλοντικών προσόδων ανάλογα με τη σταδιοδρομία που ενδιαφέρονται να ακολουθήσουν.
Η ίδια εξήγησε ότι μια ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών θα ασχοληθεί πλέον με το υφιστάμενο σύστημα και θα διερευνήσει τις αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν άμεσα. Τα μέλη της επιτροπής υποχρεούνται να αποφασίσουν μεταξύ άλλων, εάν θα δοθούν ξανά επιδόματα συντήρησης, που παρέχονταν σε φοιτητές με χαμηλό εισόδημα ώστε να καλύψουν το κόστος της διαβίωσής τους. Ταυτόχρονα με την κατάργηση των επιδομάτων αυξήθηκε το ανώτατο όριο των διδάκτρων–από 3.000 λίρες στις 9.250 – δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλίμα για πολλούς φοιτητές. Η επιτροπή είναι αναγκασμένη να αποτιμήσει και το ύψος του επιτοκίου που χρεώνεται για την αποπληρωμή των φοιτητικών δανείων. Σήμερα βρίσκεται στο 6,1%, ποσοστό που χαρακτηρίζεται υπερβολικά υψηλό από πολλούς, όπως και από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.
Ο κ. Ντέιμιαν Χιντς, Υπουργός Παιδείας, συμφώνησε με την κα Μέι και επιβεβαιώνει πως η αναθεώρηση και τροποποίηση του συστήματος είναι επιτακτική ανάγκη. Επισήμανε ότι η κατάργηση των διδάκτρων θα λειτουργήσει αναποτελεσματικά και θα δημιουργήσει μελλοντική οικονομική δυσλειτουργία για τη βιωσιμότητα των πανεπιστημίων. Πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι θα προτιμούσε διαφορετική τιμολόγηση βάσει των προγραμμάτων σπουδών που προσφέρονται και θεωρεί ότι η εναλακτική λύση διετους φοίτησης θα εξυπηρετούσε τους σπουδαστές που επιλέγουν να εργασθούν συγχρόνως.